ἀντιπολιτεύεται

ἀντιπολιτεύεται
ἀντιπολιτεύομαι
to be a political opponent
pres ind mp 3rd sg
ἀντιπολῑτεύεται , ἀντιπολιτεύομαι
to be a political opponent
pres ind mp 3rd sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • Αδαλβέρτος — I (Adalbert).Όνομα δύο κληρικών. 1. Επίσκοπος Πράγας, άγιος της Καθολικής Εκκλησίας (937 997). Η μνήμη του γιορτάζεται στις 23 Απριλίου. Το 982 ανέλαβε την επισκοπή Πράγας και επιδόθηκε, δίχως επιτυχία, στον προσηλυτισμό των Βοημών. Δύο φορές… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”